Πολλές φορές σκέφτεται τι θα έκανε εκείνος αν ήταν εκεί μαζί της ή πώς θα αντιδρούσε αν ερχόταν στο σπίτι της και την έβρισκε γυμνή με ανοιχτά τα πόδια να χύνει καυλωμένη. Ή αν τη συναντούσε μέσα στο πλήθος και την πλησίαζε για να της μεταδώσει την καύλα του. Οι σκέψεις αυτές κάνουν τους οργασμούς της περισσότερους και πιο έντονους. Σίγουρα θα στεκόταν και θα την κοίταζε απολαμβάνοντας την καύλα και τη θέα του ανοιγμένου κορμιού της. Θα την άφηνε να τελειώσει πρώτα μόνη της, παρατηρώντας το αιδοίο και τις τρυπούλες της που έχουν ανοίξει από τον ερεθισμό της κλειτορίδας και το μαλακό άνοιγμα του κόλπου της με τον δονητή. Θα περίμενε σε μια γωνία και θα χάιδευε το πέος του που το θέαμα αυτό του άνοιγε την όρεξη.
Όπως τότε που είχε έρθει τυχαία χωρίς να τον περιμένει και τη βρήκε όρθια να περιεργάζεται και να χαϊδεύει το σώμα της μπροστά στον καθρέφτη. Την πλησίασε και έσφιξε δυνατά το ένα της στήθος με την παλάμη του, γυαλίζοντας τις ρώγες της με πινέλο την άκρη της γλώσσας του. Όταν τελείωσε, η θηλές της ήταν μεγάλες και ολοστρόγγυλες και στη μέση οι άκρες από τις ρώγες της προεξείχαν σκληρές, όπως ακριβώς και η άκρη του πούτσου του. Εκείνη πήρε ένα κραγιόν και έβαψε τα χείλη του κόκκινα για να τα ξαναβουτήξει στις ρώγες της και να τις ζωγραφίσεις με το χρώμα του σάλιου του. Τώρα έμοιαζαν σαν δύο ολοκόκκινες πανσέληνοι. Μετά έπεσε στο κρεβάτι ανάσκελα με τα κύματα των μαλλιών της να χύνονται έξω από το κρεβάτι και να ακουμπούν στο πάτωμα. Από τον καθρέφτη απέναντι τον έβλεπε να πλησιάζει και τον εαυτό της ανάποδα. Ο καθρέφτης ήταν ακριβώς απέναντί του και από εκεί μπορούσε να βλέπει τα δύο τους σώματα καθώς ενώνονταν.
‘Ανοιξε τα πόδια της διάπλατα και από τον καθρέφτη φαινόταν σαν να σχηματίζουν με τη λεκάνη της μία γραμμή οριζόντια. Με τα χέρια του άνοιξε τους γλουτούς της και της είπε: «Θέλω όλες οι τρύπες σου να είναι ανοιχτές όταν πηδιόμαστε», και αμέσως μετά έσκυψε πάνω της και έχωσε τη γλώσσα του μέσα στο στόμα της. Οι γλώσσες του πάλευαν απελπισμένα σε μια μάχη που θα τελείωνε μόνο με τους οργασμούς τους. Τα φιλιά ήταν ταυτόχρονα αδυσώπητα, σκληρά αλλά και τρυφερά. Ενωμένες γλώσσες, σάλιο, μαλλιά, ιδρώτας, και τα πρόσωπά τους μέσα στις παλάμες τους. Τα μάγουλά τους κόκκινα και καυτά. Πόσο καιρό ήθελαν να ανοίξουν τα πόδια τους και να κρατήσουν τα κεφάλια τους ανάμεσα στα χέρια τους. Πολλή, ώρα πολλή, γλιστρούσαν και κυλιόντουσαν μέσα στο κρεβάτι σαν δύο μικρά ζώα που παίζουν, αλλά μαθαίνουν και να πολεμούν ταυτόχρονα. Φιλιά παντού, και κίνηση ακινητοποιημένη από τη δύναμη της λαγνείας και της καύλας. Και στο τέλος ο οργασμός, και κραυγές που καμία δύναμη δεν θα μπορούσε να τις συγκρατήσει.
Μια άλλη φορά πάλι βρισκόταν ανάμεσα στον κόσμο που την έσπρωχνε δεξιά και αριστερά. Το πλήθος ήταν ανυπόμονο και εκστασιασμένο, περιμένοντας το θέαμα που θα εμφανιζόταν σε λίγο πάνω στη σκηνή. Η ζέστη ήταν αφόρητη και ο κόσμος ιδρωμένος, τα ρούχα κολλημένα πάνω στα σώματα. Ένιωθε τεράστια λαχτάρα να απελευθερωθεί από τα ρούχα της και να μετατρέψει την έντασή της σε καύλα και οργασμό. Έβγαλε το σουτιέν και το βρακάκι που τη στένευαν και τα κράτησε στην παλάμη της. Οι ρώγες της είχαν σκληρύνει από την ένταση και την ανυπομονησία. Ξαφνικά τον είδε να έρχεται προς το μέρος της. Είχε αυτήν την ικανότητα να καταλαβαίνει πότε ήταν περισσότερο καυλωμένη. Ήρθε και στάθηκε ακριβώς πίσω της ακουμπώντας την ελαφρά με το σώμα του. Εκείνη έκλεισε τα μάτια της και ένιωσε την ενέργεια της καύλας τους. Αμέσως υγράνθηκε και επειδή δε φορούσε το βρακάκι που θα συγκρατούσε τα υγρά της, ένιωσε τις σταγόνες να δροσίζουν τα μπούτια της.
Εκείνος ήταν σίγουρος ότι θα την είχε ήδη υγράνει με την παρουσία του και έβαλε το χέρι του ανάμεσα στα μπούτια της. Εκείνη αναπήδησε, αλλά πολύ αμυδρά για να μην τη καταλάβει ο κόσμος που ήταν κολλητά γύρω της. Εκείνος χωρίς να περιμένει καθόλου σήκωσε τη λουλουδάτη, βαμβακερή φούστα της και έσπρωξε με δύναμη το πέος του μέσα στην τρύπα της. Την κράτησε από τη μέση σφιχτά για να μην του φύγει και για να μην κουνηθεί τόσο ώστε να τους πάρουν χαμπάρι όσοι στέκονταν δίπλα τους. Χώνοντας μέσα της τον πούτσο του, τα υγρά της ξεχείλισαν και έβρεξαν τα μπούτια της κυλώντας ακόμα πιο κάτω. Ήταν κολλημένος πάνω της και την πηδούσε κανονικά στέλνοντάς της κύματα καύλας σαν ηλεκτροφόρα καλώδια στο σώμα της. Οι ρώγες της είχαν μεγαλώσει και φαινόντουσαν ξεκάθαρα κάτω από το μπλουζάκι της. Προσπαθούσε να καταφέρει να μην κλείσει τα μάτια της και να συγκρατήσει τον οργασμό της γιατί βρισκόταν ανάμεσα σε κόσμο, αλλά ήταν πολύ δύσκολο να τα καταφέρει. Στο τέλος τελείωσαν μαζί, με τον θόρυβο του κόσμου να κρύβει τις κραυγές τους ενώ εκείνος σκούπιζε το σπέρμα που είχε μείνει στην άκρη του πούτσου του ανάμεσα στη σχισμή του ζεστού, αφράτου κώλου της που είχε κοκκινίσει από την πίεση.